Tuesday 30 January 2018

Η γιαγιά, οι κόρες της και το κοριτσάκι


Η γιαγιά μπροστά μου έκλαιγε, ακουμπισμένη στον ώμο της κόρης της. Εκείνη την κρατούσε και προσπαθούσε να την παρηγορήσει. Εγώ, δίπλα στη μαμά μου, κρατώντας την ελληνική σημαία, παρακολουθούσαμε το τεράστιο συλλαλητήριο με τους 500.000 ανθρώπους στη Θεσσαλονίκη, τη «Νύμφη του Θερμαϊκού», όπως τη λέει η γιαγιά μου. Η γιαγιά και η κόρη της, που στέκονταν δίπλα μου, φορούσαν ρούχα φτωχικά και κάπου-κάπου σχισμένα, μα πεντακάθαρα, που μύριζαν πράσινο σαπούνι. Επιπλέον, στο κεφάλι τους φορούσαν από ένα λευκό μαντήλι. Η μία ήταν μεγάλη σε ηλικία, σαν τη γιαγιά μου, ενώ η άλλη πιο μικρή, σαν τη μαμά μου.

-Και τώρα τί θα γίνει, μαμά; ρώτησε η μικρή κυρία.
-Δεν ξέρω, παιδί μου! Δεν ξέρω πια…
-Αυτοί φαίνεται να προτιμούν τα «τριάκοντα αργύρια» και τις θεσούλες τους, παρά τον αγώνα και την πατρίδα τους…
-Οι πολιτικοί, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πάντα έτσι ήταν, κόρη μου. Με έχουν πληγώσει άπειρες φορές… Έτσι κι αλλιώς, οι άρχοντες ποτέ δεν έφεραν την αλλαγή σε τούτον εδώ τον τόπο, εκτός από ελαχίστους!
-Και σήμερα, σίγουρα δεν είναι η εποχή των ηγετών, αλλά και των απλών αρχόντων με αγάπη στην πατρίδα τους…
-Ας ευχηθούμε να δώσει ο Θεός και να μη γίνει κάτι χειρότερο, παιδί μου!
-Ας προσευχηθούμε, μητέρα!
-Εδώ, στα μέρη σου, είναι χώματα Αγίων και ηρώων, κόρη μου!
-Και στα δικά σου, μητέρα!
-Γιατί δεν το σέβονται λοιπόν;
-Ίσως δεν αγαπούν την πατρίδα τους, πια…
-Ακόμα χειρότερα, κόρη μου! Δεν αναγνωρίζουν την πατρίδα τους! Και άνθρωπος που δεν αναγνωρίζει την πατρίδα του, άνθρωπος χωρίς πατρίδα, άνθρωπος άπατρις, δεν έχει...
- …ρίζες…
-Δε νιώθει αγάπη για τις ρίζες του, την ιστορία του, τους αγώνες των προγόνων του και πόσο μάλλον για το αίμα, που έχυσαν οι πρόγονοί του, Άγιοι ή ήρωες. Δεν μπορεί να καταλάβει μέσα του, βαθιά, πώς αυτοί οι άνθρωποι άφησαν οικογένεια, παιδιά, συγγενείς και φίλους και πήγαν ν’ αγωνιστούν, να πολεμήσουν, να δώσουν τη ζωή τους…
-Μα τους έγραψε η ιστορία, μαμά! Οι ποιητές κι οι συγγραφείς εξυμνούν τα κατορθώματά τους, αιώνες, χιλιετηρίδες τώρα! Μιλτιάδης, Λεωνίδας, Θεμιστοκλής, Παυσανίας, Φίλιππος, Μέγας Αλέξανδρος, Ιουστινιανός, Ηράκλειτος, Μέγας Θεοδόσιος, Νικηφόρος Φωκάς, Κολοκοτρώνης, Καραϊσκάκης, Μακρυγιάννης, Νικηταράς, Ανδρούτσος, Αθανάσιος Διάκος, Κανάρης, Μιαούλης, Καποδίστριας, Παύλος Μελάς, Τέλλος Άγρας, Καπετάν Κώττας, Κουμουνδούρος, Πλαστήρας, Δαβάκης και πόσοι άλλοι, επώνυμοι, ηγέτες, στρατηγοί, μα και ανώνυμοι.
-Αυτές είναι οι ρίζες, κόρη μου, αυτούς τους ανθρώπους είδα, αυτοί με αγάπησαν…
-Κι οι Άγιοι, μητέρα! Σχεδόν κάθε μέρα υπάρχει κι ένας νεομάρτυρας επί Τουρκοκρατίας!
-Οι Άγιοι πρώτα, παιδί μου, γιατί πατρίδα χωρίς ήρωες δεν νοείται, πατρίδα με Αγίους όμως… Αγιασμένα χώματα…
-Ήρθε πολύς κόσμος σήμερα, μητέρα!
-Κι αυτό μου δίνει ελπίδα, κόρη μου! Αψήφησε τις σειρήνες, που τα τελευταία χρόνια κραυγάζουν, ότι αν δε δηλώσουμε πλήρη υποτέλεια κι αν δεν παραδοθούμε ολοκληρωτικά σ’ αυτά τα κέντρα τα σκοτεινά, που λέγονται δανειστές, τότε όλα τα κακά της γης θα πέσουν, επάνω μας…
-Κι άλλοτε έπεσαν επάνω μας, μητέρα! Πέρσες, Ρωμαίοι, Οθωμανοί, Τούρκοι, Γερμανοί και Ιταλοί και όσοι παρίσταναν τους φίλους μπροστά μας, μα εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά τους από πίσω!
-Περάσαμε πολλές φουρτούνες, μ’ αντέξαμε, παιδί μου! Άντεξε η πατρίδα μας, χάρη στον Χριστό μας και τους Αγίους μας. Κι ας υπήρχαν οι Εφιάλτες, οι Μαυρομιχαλαίοι, οι Στεργιάδηδες και οι Τσολάκογλου! Αφού «τα αδύνατα παρά τοις ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστίν»!
-Και τώρα, μαμά;
-Φοβάμαι, μα και ελπίζω, κόρη μου…
-Τί φοβάσαι;

-Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που δε νοιάζονται για τίποτα και πόσο μάλλον για την πατρίδα τους…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που έχουν κολλήσει στα τάμπλετ, τα social media, τις τηλεοράσεις και τα υλικά αγαθά…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που λένε: έλα μωρέ, εσύ θ’ αλλάξεις την κατάσταση;
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που έχουν συμβιβαστεί με την ψεύτικη ελπίδα που τους πουλάνε οι απ’ έξω και έχουν καθίσει αναπαυτικά σ’ έναν καναπέ…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που δεν μιλάνε, για να τα έχουν καλά με όλους…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που δε γνωρίζουν και δεν ενδιαφέρονται να μάθουν την ιστορία τους…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που έχουν μετατραπεί σε αγνωστικιστές κι αθέους…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που έχουν χάσει ή ξεχάσει τα ιερά και τα όσιά τους...
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που έχουν ξεραθεί οι καρδιές τους και δεν πιστεύουν σε τίποτα, είτε αυτό είναι πατρίδα είτε η πίστη των προγόνων τους, είτε κάτι και τα μηδενίζουν όλα…
Φοβάμαι για τα παιδιά μου, που αγαπούν περισσότερο τα κόμματα και τις παρατάξεις κι έχουν ξεχάσει ν’ αγαπούν την πατρίδα τους…

-Και σε τί ελπίζεις, μητέρα;

-Ελπίζω στην αγάπη, όσων παιδιών μου ήλθαν εδώ σήμερα, από κάθε γωνιά της πατρίδας τους...
Ελπίζω στα παιδιά μου, που αγωνίζονται με όποιον τρόπο μπορούν για την πατρίδα τους, που βάζουν το λιθαράκι τους…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που θέλουν και προσπαθούν να μάθουν την ιστορία τους και να γνωρίσουν τις ρίζες τους…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που αναγνωρίζουν τη θυσία και το αίμα των Αγίων και των ηρώων τους…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που βάζουν ακόμα τις αρχές και τις αξίες τους πάνω από το χρήμα…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που δεν έχουν συμβιβαστεί με την παγερή, απρόσωπη, άχρωμη, άγευστη και ύπουλη παγκοσμιοποίηση και τη δίδυμη αδερφή της, την κίβδηλη πολυπολιτισμικότητα, που προσπαθεί να διαβρώσει τις καρδιές τους και να μας μετατρέψει όλους σε εύκολα χειραγωγούμενες μάζες ανθρώπων και όχλους…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που προσπαθούν να βρουν τρόπους να κάνουν κάτι καλό, να δημιουργήσουν και ν’ αναγεννήσουν την πατρίδα τους…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που ακόμα ζητούν βοήθεια από τους Αγίους μας…
Ελπίζω στα παιδιά μου, που δεν έχασαν την πίστη τους στον ένα, μοναδικό και αληθινό Θεό, τον Χριστό μας…

-Άραγε ζει ο αγώνας στο αίμα τους ακόμα; αναρωτήθηκε η γιαγιά.
-Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει! Έτσι, έλεγαν οι ναυτικοί στη γοργόνα για το παιδί μου, μητέρα! Τον Αλέξανδρο μου!

Καθώς κοίταζα τη γιαγιά και την κόρη της, δάκρυα έτρεχαν στα μάτια τους, μα και χαρά. Με χαρά έβλεπαν εμάς τα παιδιά να κουνάμε τις σημαίες μας, τις ελληνικές, κάτω απ’ τον γαλανό τον ουρανό. Τις σημαίες με τις 9 λωρίδες, 5 μπλε και 4 λευκές, λωρίδες που συμβολίζουν την ελευθερία, μα πάνω από όλες τις λωρίδες τον Σταυρό…

Πλησίασα τις δύο κυρίες και τις ρώτησα πως τις λένε.

-Ελλάδα, ψυχή μου! απάντησε η γιαγιά.
-Κι εγώ είμαι η Μακεδονία! συμπλήρωσε η κόρη της, ενώ εκείνη τη στιγμή ήρθαν κι άλλες τρεις κυρίες, να βοηθήσουν τη γιαγιάκα να κινηθεί.
-Εμείς ήμαστε η Θράκη, η Ήπειρος κι η Κύπρος, παιδί μου! Ήδη μας έχουν πληγώσει, μας έχουν κομματιάσει και δεν είναι απίθανο να μας πουλήσουνε για σκλάβες με τη Μακεδονία.
-Γι’ αυτό ν’ αγωνίζεσαι, παιδί μου! Να κρατάς ψηλά τη σημαία, να την βλέπουν οι εχθροί, να κάνουν πίσω! Κι εσείς τα παιδάκια να είστε όλα μαζί, πέρα απ’ τη σιχαμερή κυρία, που λέγεται Πολιτική και διχασμό θέλει να φέρνει, αφού διαβόλου κόρη είναι αυτή. Θάρρος, παιδί μου! Θάρρος! Και πίστη! Πίστη στον Θεό μας! Εκεί είναι η δύναμή μας, εκεί είναι η ελπίδα μας, εκεί είναι ψυχή μας, εκεί συντρίβονται οι εχθροί μας… συμπλήρωσε η γιαγιά, που σαν να ζωντάνεψε και κίνησε να φύγει με τις κόρες της, αφού το συλλαλητήριο είχε πια τελειώσει.

Ρωμανός Θαλάσσιος